- ευπαρακόμιστος
- εὐπαρακόμιστος, -ον (Α)1. αυτός που μπορεί εύκολα να μετακομιστεί κοντά σε άλλους2. (για πόλεις) αυτός που κείται σε θέση κατάλληλη για την εισαγωγή εμπορευμάτων και άλλων αγαθών, αυτός που έχει καλή εισαγωγή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + παρα-κομίζω].
Dictionary of Greek. 2013.